"...Δύο στους τρεις μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα έχουν καθαρές μηνιαίες αποδοχές που κυμαίνονται από 501 έως 1.000 ευρώ. Πάνω από το 50% των μισθωτών του ευρύτερου δημόσιου τομέα έχει καθαρό μηνιαίο εισόδημα από 1.001 έως 1.500 ευρώ..."
"...κατά το 2006 η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας κατά 2,8% στην ελληνική οικονομία σε συνδυασμό με την αύξηση κατά 2,4% στις μέσες πραγματικές αμοιβές οδήγησε σε μείωση κατά 0,4% του πραγματικού κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος.
Οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα αυξάνουν τις τιμές των προϊόντων τους περισσότερο από την εξέλιξη του κόστους εργασίας, με αποτέλεσμα να διευρύνουν τα περιθώρια κέρδους τους και να συμβάλλουν στην αύξηση των πληθωριστικών πιέσεων...."
από το Έθνος
"....Ο πρωτοδιοριζόμενος υπάλληλος του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στην καλύτερη περίπτωση έχει αποδοχές 1.000-1.200 ευρώ μηνιαία (μισθός με επιδόματα). Το 1992 οι αποδοχές αυτές έφταναν περίπου στις 200.000 δραχμές. Αν τιμαριθμοποιήσουμε τις αποδοχές του 1992 θα έχουμε 200.000x220% = 448.000 δρχ. μηναίες αποδοχές ή 1.320 ευρώ. Ελάχιστοι παίρνουν μηνιαίο μισθό 1.320 ευρώ. Σήμερα οι κατώτατοι μισθοί των πρωτοεισερχομένων στην αγορά εργασίας μετά βίας πλησιάζουν τα 1.000 ευρώ μηνιαία.
Τώρα τα 1.320 ευρώ θεωρούνται υψηλές αποδοχές! Και τούτο γιατί η εισοδηματική πολιτική και οι Γενικές ή Κλαδικές Συμβάσεις δεν ακολουθούν πιστά την τιμαριθμοποίηση των αποδοχών. Απλώς χορηγούν αυξήσεις κατώτερες και από τον ανακοινούμενο από την κυβέρνηση (ΕΣΥΕ) πληθωρισμό. Το 1992 με αποδοχές 340.000 δραχμών μηνιαίως ζούσε μια τυπική 4μελής οικογένεια με σχετική οικονομική άνεση.
Σήμερα με 1.000 ευρώ, η οικογένεια αυτή λιμοκτονεί. Να γιατί τα εληνικά νοικοκυριά ψωνίζουν με δόσεις (δηλαδή με πιστωτικές κάρτες) όπως τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια και είναι υπό την ομηρία του αδηφάγου τραπεζικού συστήματος...."
από την Ελευθεροτυπία